Περισσότερο φόρο κινδυνεύουν να πληρώσουν οι φορολογούμενοι, αν δεν προσέξουν τις δύο παγίδες των αποδείξεων στη φορολογική τους δήλωση. Η δήλωση μηδενικών αποδείξεων, ακόμη κι από όσους το εισόδημά τους είναι μηδενικό, αλλά και η δήλωση περισσότερων αποδείξεων απ’ όσες απαιτούνται, μπορεί να οδηγήσουν στη βεβαίωση και πληρωμή επιπλέον φόρου εισοδήματος. Αναλυτικά, οι φορολογούμενοι θα πρέπει να προσέξουν τα εξής: ♦ Οι αποδείξεις που θα πρέπει να συλλέξει κάθε φορολογούμενος θα πρέπει να έχουν αξία ίση τουλάχιστον με το 25% του πραγματικού ή τεκμαρτού του εισοδήματος. Αυτό το σημείο απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, καθώς φέτος τα τεκμήρια έχουν αυξηθεί. Κι αυτό επειδή αν οι φορολογούμενοι δηλώσουν αποδείξεις με βάση το πραγματικό τους εισόδημα, ενώ το τεκμαρτό είναι υψηλότερο, τότε θα αναγκαστούν να πληρώσουν αυξημένο φόρο για την επιπλέον αξία. ♦ Όσοι φορολογούμενοι έχουν εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, κάτω των 6.000 ευρώ δεν είναι υποχρεωμένοι να συλλέξουν αποδείξεις. Όμως, ο κάθε φορολογούμενος θα πρέπει να υπολογίσει με ακρίβεια το τεκμαρτό του εισόδημα. Όπως έδειξε η πρώτη παρτίδα των εκκαθαριστικών, οι περισσότεροι δεν συνυπολογίζουν το τεκμήριο προσωπικών δαπανών διαβίωσης, που είναι 3.000 ευρώ για τον άγαμο φορολογούμενο και 2.500 ευρώ για κάθε έγγαμο φορολογούμενο. Εάν οι αποδείξεις δεν δηλωθούν, τότε ο κάθε φορολογούμενος κινδυνεύει να πληρώσει ποινή με τη μορφή φόρου ύψους 10% επί των αποδείξεων που λείπουν. ♦ Οι απαιτούμενες αποδείξεις υπολογίζονται με βάση το ατομικό εισόδημα κάθε φορολογούμενου. Η αξία που δηλώνεται επιμερίζεται με βάση το ύψος του εισοδήματος κάθε φορολογούμενου. ♦ Εφόσον ένας φορολογούμενος δηλώσει περισσότερες αποδείξεις απ’ ό,τι απαιτούνται, όχι μόνον δεν έχει κανένα όφελος, αλλά μειώνει την αξία των ποσών που μπορεί να επικαλεστεί στο μέλλον για να δικαιολογήσει τεκμήρια ή του πόθεν έσχες για να αγοράσει ένα περιουσιακό στοιχείο.